Τετάρτη 23 Μαΐου 2012

Ποιος Τσίπρας ρε, και ποιος ΣΥΡΙΖΑ;

Πώς γίνεται να θεωρείς έναν λαό χειραγωγήσιμο, ευαίσθητο στη δημαγωγία, στη τελική ανόητο, και την ίδια στιγμή να λες ότι ενδιαφέρεσαι, ή, ακόμη χειρότερα, ότι θες να τον εκπροσωπήσεις; Οι περισσότεροι από αυτούς τους ανθρώπους, αφού υποβίβασαν το λαό στη θέση του αδαούς, δικαιολογούν - μέσα τους και προς τα έξω - την επιθυμία τους αυτή ως θέληση να τον προστατεύσουν από τον ίδιο του τον εαυτό, να τον οδηγήσουν μακριά από δημαγωγούς και ψεύτικες υποσχέσεις, να τον κάνουν ευτυχισμένο παρά τις επιθυμίες του. Στη πραγματικότητα ψεύδονται, και προς τους άλλους και προς τον εαυτό τους. Το μόνο τους κίνητρο είναι ο ναρκισσισμός τους και η φιλοδοξία. Γιατί πιστεύουν ότι έχουν κάτι που τους ανυψώνει από τη πλέμπα, και τους καθιστά ικανούς να την εξουσιάζουν και να τη μαγεύουν με τις αρετές τους. Και όταν αυτό, δεν επιτυγχάνεται, και διώκονται από τον λαό που υποτίμησαν, τότε αναστενάζοντας ρίχνουν το φταίξιμο πάλι αλλού: «αυτή είναι η Ελλάδα».


Όλοι αυτοί, καθώς και άλλοι που θα ήθελαν να τους μοιάσουν, επιδίδονται τον τελευταίο καιρό σε μία επίθεση στο ΣΥΡΙΖΑ, η οποία παρότι επιφανειακά στόχο έχει να παρουσιάσει μία οργάνωση ως ανίκανη ή επικίνδυνη, στη πραγματικότητα αυτό που κάνει είναι να θεωρεί τον λαό εντελώς ηλίθιο.

Αναφέρουν διαρκώς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τάζει λαγούς με πετραχείλια, επιστροφή στην ευημερία του χθες, αυξήσεις στα επίπεδα του 2008, πόρσε και εξοχικά. Και εξηγούν με ύφος διεισδυτικού πολιτικού αναλυτή ότι ο ΣΥΡΙΖΑ τα λέει αυτά για να πλανέψει τον λαό. Δεν έκαναν τον κόπο να βγουν να ρωτήσουν τον πρώτο περαστικό αν θεωρεί ότι μπορούμε να γυρίσουμε στην πρότερη κατάσταση. Προσπαθούν να πουν τον ΣΥΡΙΖΑ ανεύθυνο, υπονοούν ότι ο λαός είναι ανόητος, αλλά στη πραγματικότητα το μόνο που αποδεικνύουν είναι η δική τους τρανή ηλιθιότητα, καθώς θεωρούν το αυτονόητο – ότι δεν μπορούμε να γυρίσουμε στην πρότερη κατάσταση – ως ένα καλά κρυμμένο μυστικό που μόνο αυτοί έχουν ανακαλύψει! Ο κόσμος γνωρίζει την κατάσταση που βρίσκεται, και γνωρίζει ότι δεν μπορεί να επιστρέψει στα παλιά. Προστασία μόνο ζητάει από τη καταιγίδα, και αξιοπρέπεια.

Συνεχίζουν οι ίδιοι το ρεσιτάλ βλακείας μεταμφιεσμένης σε πολιτική ανάλυση περιγράφωντας τον Τσίπρα ως δημαγωγό. Δείχνουν έτσι πόσο λίγα πράγματα έχουν καταλάβει. Δεν βλέπουν ότι ο λαός γνωρίζει καλά τις ανεπάρκειες και τις παλινωδίες και της οργάνωσης και του προέδρου της. Ο κόσμος έχει πολλές αμφιβολίες για το αν ο Τσίπρας μπορεί να τα καταφέρει. Και αυτό όχι γιατί του το έδειξαν οι άλλοι φωστήρες που μας υποτιμούν, αυτοί των ΜΜΕ, που όσο μιλούν τόσο δυσκολεύουν τη θέση τους. Αλλά γιατί είναι προφανές.

Οπότε ο λαός δεν στρέφεται προς τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε γιατί περιμένει να τρέξει το χρήμα με τη σέσουλα, ούτε γιατί γοητεύτηκε από τον χαρισματικό (!) Αλέξη Τσίπρα, και χρειάζεται φωστήρες για να του δείξουν την αλήθεια. Ο λαός στρέφεται σιγά σιγά προς τον ΣΥΡΙΖΑ για έναν πραγματικό και ουσιαστικό λόγο: γιατί μέσα σε όλη τη σαπίλα που μας έχει περικυκλώσει, αναγνωρίζει ότι εκεί που όλοι προσπαθούν να τον σώσουν παρά τη βούλησή του, ο ΣΥΡΙΖΑ προσπαθεί, έστω και με αδέξιο τρόπο, να πραγματοποιήσει τη βούληση αυτή. Τη βούληση ότι δεν είμαστε πρόθυμοι να υποστούμε άλλες ταπεινώσεις και εξευτελισμούς. Και ότι παρότι φταίξαμε, αυτή η τιμωρία δεν αξίζει σε κανένα. Ότι θέλουμε και εμείς να κάνουμε θυσίες και να αλλάξουμε, αλλά όχι έτσι. Δεν είναι η ιδεολογία του ΣΥΡΙΖΑ το θέμα. Στην ουσία της άλλωστε δεν βρίσκεται μακριά από τις ιδέες μίας σοσιαλδημοκρατίας, και μάλιστα μπαγιάτικης. Αυτό που του δίνει όμως τεράστια δυναμική, είναι η επιλογή που έκανε να ταυτιστεί με το λαό και την αντίστασή του, να τον αφουγκραστεί, να προσπαθήσει να τον εκφράσει. Και αυτό τον καθιστά μία ελπίδα για το μέλλον. Ακόμη και αν είναι εξαιρετικά δύσκολο να ισορροπήσει ανάμεσα στις πανταχόθεν απειλές και σε μία έσωθεν τάση για συμβιβασμό που αργά ή γρήγορα θα προκύψει.

Τρίτη 8 Μαΐου 2012

Μαθήματα από τις εκλογές




How long? Not long! Because what you reap, is what you sow
Martin Luther King Jr.



Τι συμπεράσματα μπορούν να βγουν από τις συναρπαστικότερες εκλογές στην Ελλάδα; Προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ας δούμε πρώτα τι δεν σημαίνουν τα αποτελέσματα των εκλογών.

Δεν σημαίνουν απαραίτητα ένα φωτεινό μέλλον για την Ελλάδα. Προφανώς δεν σημαίνουν έξοδο από τη κρίση, ούτε τέλος των θυσιών του λαού. Η κρίση είναι πραγματική και δεν οφείλεται στις επιλογές του ΠΑΣΟΚ, ακόμη και αν ενισχύθηκε από αυτές. Ίσως τώρα η Ελλάδα να μπαίνει βαθύτερα σε κρίση, καθώς οι σχέσεις της με την ηγεμόνα Γερμανία κλονίζονται και επικρατεί πολιτική αστάθεια. Όταν εξεγείρεσαι, είναι πάντα πιο δύσκολα από την προηγούμενη κατάσταση της υποταγής. Είναι όμως αναγκαίο αυτό, αν κάποιος επιθυμεί την ελευθερία του.

Δεν σημαίνουν επίσης την ξεκάθαρη ανάδυση μίας νέας εναλλακτικής, εδώ ή στην Ευρώπη. Όχι μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει καταφέρει να εδραιώσει τις ιδέες του στη κοινωνία, αλλά, δεν έχει και ξεκάθαρες ιδέες για το τί θέλει να κάνει. Πράγμα λογικό καθώς είμαστε σε κρίση, αλλά μπορούμε να πούμε ότι κοινωνία και πολιτική(οι) είναι πιο ανέτοιμοι από ποτέ να την αντιμετωπίσουν.

Υπάρχουν όμως μία σειρά μαθημάτων που μπορούμε να πάρουμε από τις εκλογές, και λόγοι να είμαστε χαρούμενοι και να κοιτάμε με ελπίδα το σκοτεινό μέλλον.

Το σημαντικότερο όλων είναι ότι ο λαός δε δείλιασε, δε ξέχασε και τιμώρησε. Μεγάλη χαμένη των εκλογών ήταν η ρητορική της TINA (there is no alternative). Οι Έλληνες αρνήθηκαν τους μονοδρόμους και τους εκβιασμούς. Υπήρχε σε πολλούς ο φόβος ότι μπροστά στη κάλπη ο λαός θα προτιμήσει το σίγουρο δρόμο ενός οικείου βασανιστηρίου από το στενό και άγνωστο μονοπάτι της αντίστασης. Ότι θα φοβηθεί να πάει κόντρα σε όλους όσους τον συμβουλεύουν, και θα προτιμήσει το μισθό της πείνας και την υποταγή στις επιταγές της Ιεράς Συμμαχίας ΕΕ-ΔΝΤ-ΕΚΤ. Ακόμη και σήμερα αυτός ο φόβος οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η ψήφος των πιο πολλών ήταν στείρα τιμωρητική και χωρίς προβληματισμό για το μετά, και ότι τώρα που αντιμετωπίζεται το φάσμα της ακυβερνησίας και της αστάθειας, ο λαός φοβισμένος θα γυρίσει στα γνωστά.

Οι εκλογές αυτές όμως απέδειξαν ότι δεν μπορείς να κυβερνάς μία κοινωνία, και ιδιαίτερα την ελληνική, με φόβους και εκβιασμούς. Η ψήφος του λαού ήταν συνειδητή, και σηματοδοτεί το τέλος του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ. Σε επόμενη εκλογική αναμέτρηση, η πτώση τους θα είναι μεγαλύτερη. Ακόμη και αν η αντιμνημονιακή πολιτική αποτύχει, ο κόσμος θα αναζητήσει λύση σε νέες μνημονιακές δυνάμεις που θα αρχίσουν σύντομα να δημιουργούνται από τις στάχτες των παλιών. Ο λαός δεν φοβάται. Αν η ΕΕ υποχωρήσει και μαλακώσει, ο Τσίπρας θα αναδειχτεί ως ο μόνος ικανός διαπραγματευτής. Αν επικρατήσει η σκληρή γραμμή Μέρκελ, η πρόταση της αναδιαπραγμάτευσης του Σαμαρά και λοιπών θα χάσει έδαφος και ο λαός θα εξοργισθεί και θα επιδιώξει πιο έντονα την ακύρωση του Μνημονίου.

Άλλο ένα σημαντικό συμπέρασμα: τα ΜΜΕ, που συμπεριφέρονταν σαν να υπήρχαν μόνο δύο υποψήφια κόμματα στις εκλογές, που έκρουαν διαρκώς το κώδωνα του κινδύνου (ακυβερνησία, δραχμή κλπ κλπ) δεν κατάφεραν τίποτα. Αυτό δείχνει πόσο λίγη επιρροή πραγματικά έχουν, όταν ο λαός είναι αποφασισμένος. Ας τελειώνουμε λοιπόν με τις αναλύσεις που επιμένουν ότι ο κόσμος μένει αλυσοδεμένος λόγω προπαγάνδας και ΜΜΕ. Όταν μία κοινωνία θέλει, καμία προπαγάνδα δε μπορεί να τη σταματήσει.

Η κάλπη βέβαια δεν κυοφόρησε μόνο θετικά. Πολλοί ανησυχούν για τη ΧΑ. Τί προκάλεσε την άνοδό της; Ήταν μία σειρά παραγόντων, όπως το μεταναστευτικό ζήτημα, όπως και το γεγονός ότι η ΧΑ έχει καταφέρει να εμφανιστεί ως η κατεξοχήν αντικαθεστωτική δύναμη, που πολεμάται από όλους τους άλλους (άρα ας προβληματιστούμε ως προς το αν αποδίδει ο στιγματισμός και η απομόνωση της), δεν εμφανίζεται στα ΜΜΕ και μιλάει για τιμωρία. Έτσι έλκει μία σειρά ανθρώπων που επιθυμούν μία ριζική ανατροπή του σημερινού καθεστώτος, και μπερδεύουν τη καφρίλα με τη ριζοσπαστικότητα. Η ΧΑ είναι νόθο παιδί του μηδενισμού της ελληνικής κοινωνίας, της στείρας εχθρότητας στη πολιτική. Το παιδί αυτό όμως δεν θα μακροζωήσει. Ο ελληνικός λαός δεν ήταν ποτέ φασιστικός, ποτέ δεν αγκάλιασε τέτοια ιδανικά, ακόμη και σε δυσκολότερες περιόδους. Δεν ψήφισε την ΧΑ για τα πιστεύω της, και ούτε και ποτέ θα το κάνει. Αντίθετα, μόλις δει το πραγματικό της πρόσωπο, θα τη στείλει πίσω στην ανυπαρξία.

 Υπάρχει και ένας ακόμη λόγος που η ΧΑ ισχυροποιήθηκε, ίσως ο πιο σημαντικός και ο οποίος μπορεί να προσφέρει πολλά χρήσιμα συμπεράσματα. Είναι το γεγονός, ότι η ΧΑ ήταν το μόνο κόμμα που δούλεψε άμεσα μέσα στη κοινωνία, που έκανε δηλαδή δουλειά βάσης, σε γειτονιές, που προσπάθησε να αντικαταστήσει το κράτος εκεί που κατέρρεε, και συγκεκριμένα στον τομέα της ασφάλειας. Σαν επιδημία εξαπλώθηκε στην Ελλάδα η φήμη ότι η ΧΑ προσφέρει προστασία σε ανυπεράσπιστους πολίτες. Από εδώ παίρνουμε και ένα ακόμη μάθημα: πόσο παραμελούν τα παραδοσιακά κόμματα την ανάγκη να συμβάλλουν στην οργάνωση και στη προστασία του λαού σε μία τόσο δύσκολη περίοδο. Αναλώθηκαν σε πολιτικές υποσχέσεις, και πολύ λίγο προσπάθησαν να κατέβουν στις γειτονιές, να φτιάξουν δομές αλληλεγγύης, αλληλουποστήριξης και βοήθειας. Μιλάει η αριστερά για ένα νέο ΕΑΜ και νομίζει ότι το ΕΑΜ ήταν απλά κάποια κόμματα που ενώθηκαν. Ξεχνά ότι αυτό που έκανε το ΕΑΜ πανίσχυρο μαζί με την ένοπλη αντίσταση ήταν το γεγονός ότι βοήθησε στην ίδια την οργάνωση και προστασία του λαού ώστε να αντιμετωπιστούν άμεσες ζωτικές ανάγκες. «Το ΕΑΜ μας έσωσε απ’τη πείνα…». Τί έκαναν τα κόμματα για τη πείνα, την ανασφάλεια, την ανεργία, τη κατάθλιψη, εκτός από το να υπόσχονται έναν άλλο κόσμο αφού εκλεγούν; Το μόνο κόμμα που έκανε στη πράξη κάτι, συγκεκριμένα για το σημαντικότατο θέμα της ασφάλειας που όλοι οι άλλοι τείνουν να παραμελούν, ήταν δυστυχώς η ΧΑ. Εμφανίστηκε έτσι ως το μόνο κόμμα που πραγματικά νοιάζεται και βοηθά το λαό.


Τι πρέπει να γίνει τώρα λοιπόν, που ο λαός είπε ξεκάθαρο ΟΧΙ στο Μνημόνιο αλλά όλα τα άλλα μένουν ανοικτά και αβέβαια; Η κατάσταση είναι πιο σοβαρή από ποτέ. Είπαμε το ΟΧΙ και αυτό μας καθιστά ευάλωτους στις πολιτικές καταιγίδες της Ευρώπης. Απαραίτητη προϋπόθεση για την επιβίωση μας είναι να είναι αποφασισμένος και ισχυρός ο λαός, να ενωθεί και να υπερασπιστεί την ύπαρξή του απέναντι σε μνημόνια και όποιες άλλες απειλές προκύψουν από τυχόν απόρριψη της «σωτηρίας» του.

Απαραίτητη προϋπόθεση για την ισχυροποίηση της κοινωνίας όμως είναι η σε βάθος οργάνωσή της. Να συγκροτηθεί ως συλλογικό υποκείμενο, να γίνει από πλήθος λαός, να εκφράσει με σαφήνεια και σταθερότητα, μέσα από διαδικασίες τη βούλησή της. Να εγκαθιδρύσει τη δημοκρατία στο εσωτερικό της. Να ξανασυναντηθούμε, να συζητήσουμε, να οργανωθούμε. Να μπει ο λαός στη πολιτική. Η αρχή έγινε με τους «αγανακτισμένους» αλλά πρέπει να ριζώσει στη καθημερινότητα μας και να εξαπλωθεί στην κάλυψη των καθημερινών μας αναγκών. Μόνο ένας τέτοιος λαός μπορεί να στηρίξει μία αποφασισμένη κυβέρνηση ή να ρίξει μία ανεπαρκή.

Η πολιτική πρέπει να «κατέβει» στο λαό, να συμβάλλει στην οργάνωση και ισχυροποίησή του. Να δημιουργηθούν δίκτυα τοπικών νομισμάτων, μορφές ανταλλαγής εργασίας και καταπολέμησης της ανεργίας, προσφοράς εθελοντικής βοήθειας, ιατρικής περίθαλψης, σχολικής βοήθειας, ίσως ακόμη και επιτροπές περιφρούρησης πολιτών (ελλήνων και μεταναστών) από την εγκληματικότητα, την αυθαιρεσία ή την απραγία της αστυνομίας και την γενικευμένη ανασφάλεια. Κινήσεις πολιτών έχουν λειτουργήσει σε αυτή τη κατεύθυνση, αλλά πανελλαδικές πολιτικές οργανώσεις ή κόμματα θα μπορούσαν να κάνουν πιο αποτελεσματικά αυτή τη δουλειά, αρκεί να το θελήσουν.

Η κατάρρευση του κράτους αφήνει τεράστια κενά. Οι φασίστες δεν μπορούν να τα γεμίσουν, όχι στην Ελλάδα. Μόνο ένας οργανωμένος λαός μπορεί. Αυτό πρέπει να είναι και το πρώτο καθήκον της πολιτικής σήμερα, μαζί με τη διατύπωση ενός σαφούς σχεδίου εξόδου από τη γενικευμένη κρίση. Σχέδιο χωρίς λαό δεν αρκεί, όπως δεν αρκεί λαός χωρίς σχέδιο. Η πολιτική οργάνωση που θα προσφέρει απτές λύσεις στο άμεσο πρόβλημα της επιβίωσης του λαού θα ηγεμονεύσει και πολιτικά και θα κληθεί να απαντήσει και στα μεγάλα ζητήματα του Μνημονίου, της ΕΕ κλπ. Ταυτόχρονα, θα συμβάλλει στη δημιουργία ενός ισχυρού λαϊκού συλλογικού υποκειμένου, που θα είναι με τη σειρά του η μόνη ικανή προϋπόθεση, η οποία θα επιτρέψει στη πολιτική να κάνει τις ανατροπές που θέλει, να σαρώσει το υπάρχον καθεστώς και να αποκρούσει κάθε είδους απειλές, χωρίς να γυρίσει στη φαυλότητα και τη διαφθορά, αντικαθιστώντας τη μία ληστρική ελίτ με άλλη νέα.